Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012



ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΣ
ΧΑΒΑΣ


Τουρκοανατολίτικη
η προέλευση των μικρασιατικών
λαογραφικών στοιχείων


Έγραψε στις 14.09.2012 ο/η: Λάζαρης Γιάννης
5349 προβολές

Επιστροφή


Περί τής μή ελληνικής καταγωγής των μικρασιατών
διαβάστε στο άρθρο μας:
Για την Τουρκορωμιοσύνη ρε γαμώτο!


Τα διάφορα κύματα προσφύγων, που έφυγαν από την οθωμανική αυτοκρα- τορία κι ήρθαν στην Ελλάδα το 1922-24 (1.200.000 άτομα επί συνόλου πέντε εκατομμυρίων κατοίκων, αρβανιτών κυρίως και βλάχων στην πλειοψηφία τους), κατά κάποιο τρόπο μάς δίνουν μια χαρτογράφηση τού οθωμανικού τρόπου ζωής.
Εκτός από τη βαρειά τουρκοανατολί- τικη κουζίνα τους (ιμάμ, χαλβάδες, σερμπέτια κ.λπ.) και την εξ ίσου βαρειά τουρκοανατολίτικη μουσική τους (μπουζούκια, μπαγλαμάδες κ.λπ.), έφεραν μαζί τους κι ένα σωρό τουρκο- ανατολίτικες συνήθειες, νοοτροπίες, αντιλήψεις και συμπεριφορές (αραλίκια, ρουσφέτια, μπαχτσίσια, μάγισσες, χαρτορρίχτρες, καφετζούδες κ.λπ.), τα οποία δεν έχουν καμμία σχέση με την αρχαία Ελλάδα, όπως φαντασιώνονται, αλλά με την Τουρκία και την Ανατολή.
Αααααμάν τσιφτετέλι,
αμάν αμάν γιαλελέλι...
Τουρκορωμέικα ξεφαντώματα.
Οι πρόσφυγες, δεν προσπάθησαν να επωφεληθούν πολιτισμικά από τη νέα τους πατρίδα, η οποία -παρά την νεοβυζαντινή καθυστέρησή της- ήταν σε ορισμένες περιοχές τουλάχιστον σαφώς πιό δυτικότροπη από την Τουρκία, αλλά σε συνδυασμό με τον έντονο εθνικισμό και το θρησκευτικό φανατισμό τους, ενίσχυσαν τελικά το βυζαντινισμό και
τις διάφορες εκφάνσεις τού ανατολικισμού στην Ελλάδα και συνέβαλαν τα μέγιστα στη δημιουργία τού σημερινού προσώπου τής χρεωκοπημένης ρωμέικης κοινωνίας μας.

Αριστερά: Ρωμιοί πόντιοι κουβαλούν εικόνισμα.

Δεξιά: Μουσουλμάνοι πόντιοι χορεύουν τους παραδοσιακούς τους χορούς στην Τουρκία.

Το εικόνισμα
είναι η μόνη διαφορά.


Τουρκοανατολίτικες φορεσιές
Οι παραδοσιακές μικρασιάτικες φορεσιές είναι τουρκοανατολίτικης προέλευσης. Μερικές από τις ονομασίες τους: πατσάι ή σλαβάρι (φαρδύ βαμβακερό ως τους αστράγαλους εσώρουχο), ουσλούτς (αμάνικο εφαρμοστό), εσλίτσι σερεφλού ή σελίκ (κοντός επενδύτης), τιζλίκα ή ιγκιλίκ ή πεσκίρ (ποδιά) κ.λπ..

Η ανδρική ποντιακή φορεσιά λέγεται ζίπκα και αποτελείται από το πασλίκ (κεφαλόδεσμο), το γελέκ (γελέκο), το κάμα (μαχαίρι), το τροπολόζ (μεταξωτή ζώνη), το σιλαχλίκ (ζώνη) κ.ά.. Η γυναικεία λέγεται ζουπούνα και αποτελείται από την τάπλα (tepeliki) το σπαρέλ, τον κατιφέ, το λαχόρ, το σαλβάρ κ.ά..





Zipka και zoupouna.

Οι παραδοσιακές
ποντιακές στολές
είναι τουρκοανατολίτικης
προέλευσης
ακόμα και ως προς
την ονοματολογία τους.








Νεαρά κορίτσια
με παραδοσιακές
ποντιακές στολές,
των οποίων η προέλευση
χάνεται στα βάθη τής Ασίας
κι όχι στην... αρχαία Ελλάδα.

Το 1994, ύστερα από παρεμβάσεις τής Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων στην κυβέρνηση και στον πρόεδρο τής Δημοκρατίας, με απόφαση τού τελευταίου, συμπεριλήφθηκε στις φορεσιές τής προεδρικής φρουράς τού προεδρικού μεγάρου και η παραδοσιακή ποντιακή ενδυμασία. Δηλαδή πλάι στην αλβανική και η τούρκικη. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Φουστανέλλα: Μια παραδοσιακή αλβανική φορεσιά).




Φουστανέλλες και ζίπκες
φέρουν τα τιμητικά αγήματα
τού Προέδρου
τής Δημοκρατίας
τής -πιστής
στις αλβανοτουρκικές
παραδόσεις της-
σύγχρονης
Τουρκορωμιοσύνης.


Η λέξη τσολιάς προέρχεται από την τούρκικη λέξη çul (αραβικό cull), που σημαίνει το κουρέλι, το παλιόρουχο, εξ ου τσόλι και τσούλι. Η λέξη είχε αποδοθεί μειωτικά στούς κλέφτες και τούς αρματωλούς, επειδή η φουστανέλα ήταν ραμμένη από πολλά μικρά κομμάτια υφάσματος. Τσολιάς ήταν δηλαδή αυτός, που φόραγε τσόλια, κουρέλια, απ΄όπου βγήκε και το θηλυκό του: η τσούλα.
Η λέξη τσαρούχι προέρχεται από το τούρκικο çarik = σανδάλι με πέτσινη σόλα.
Το φέσι προέρχεται από το τουρκικό fes κι αυτό από την πόλη Fez τού Μαρόκου, μοναδική πηγή έως τον 19ο αιώνα παραγωγής των παραδοσιακών καπέλων με το ιδιαίτερο κόκκινο χρώμα. Το 1821 φορούσαν στο κεφάλι ένα μικρό στρογγυλό και κοφτό κόκκινο φέσι, που γύρω στη βάση του το τύλιγαν με μαντηλοδεσιά. Εμφανής η τουρκική επίδραση.
Το γιαταγάνι, το πλατύ και κυρτό σπαθί, προέρχεται από το τούρκικο yatagan.
Στα τούρκικα η λέξη karanfil σημαίνει το λουλούδι γαρίφαλο. Κατά τούς 16ο και 17ο αιώνες, οι κάνες των τουρκικών όπλων είχαν μεγάλα στόμια σε σχήμα, που θύμιζαν το μπουμπούκι τού γαρίφαλου. Αυτή είναι η πιθανότερη προέλευση τής λέξης καριοφίλι (κι όχι από το ιταλικό carlo e figlio, όπως έχει υποστηριχθεί).


Κεσκέκι

Στους μικρασιάτικους γάμους πρώτα κλεινόταν η συμφωνία, η «ανεγκλαβή» (προκοσύμφωνο), όπου αναγράφονταν με κάθε δυνατή ακρίβεια και λεπτομέρεια όλα τα προικώα είδη. Πρώτα τα εικονίσματα, ύστερα οι «τζόγιες» (κοσμήματα) και τα λοιπά είδη. Η πρώτη επαφή και γνωριμία γινόταν στο σπίτι τής νύφης, δηλαδή στα λεγόμενα «γκιουμουρλούκια» από το τούρκικο γκιορίορουμ=βλέπω, γνωρίζω).
çekir



dalga

Διανομή τού «κεσκέκι» σε όλους τους πιστούς από το σύλλογο «Άγιος Γεώργιος Γκιούλμπαξε».

Η Τουρκο- ρωμιοσύνη αναβιώνει τα έθιμά της.

Οι γάμοι γίνονταν Κυριακή. Την Πέμπτη πήγαινε η νύφη στο λουτρό. Μετά το λούσιμο στηνόταν χορός γύρω από το συντριβάνι τού λουτρού (ο λουτρός ήταν τούρκικος). Πρωτάρχιζε η νύφη με το «σαλμά» (ένα ροζ ή κόκκινο τριγωνικό κεντημένο στο κεφάλι της). Την Πέμπτη επίσης, γινόταν μια άλλη πανηγυρική τελετουργία στο σπίτι τού γαμπρού, το καθάρισμα και το άλεσμα τού σιταριού για το «κεσκέκι», ένα φαγητό τής ανατολίτικης κουζίνας με σιτάρι χοντροκομμένο και κομμάτια κρέας με πολύ λίπος.
dâvaci


duman




Μικρασιάτες ρωμιοί καλοντυμένοι με τα φέσια τους σε γάμο στα Βουρλά (1902).
Σε άλλες περιοχές, όπως στην Καππαδοκία, η νύφη σπάνια
είχε ακάλυπτο
το πρόσωπό της.

Τη μέρα τού γάμου τρώγανε κεσκέκι, καβουρμά και πίνανε ρακή, ενώ στους καλεσμένους μοιράζανε «πλίρες» και «ορτά» (κομμάτια κλωστής για ευχές).


Κεμεντζέδες, νταούλια, ζουρνάδες κ.λπ. κ.λπ.
Παραδοσιακό μικρασιάτικο όργανο είναι ο κεμεντζές. Κεμεντζεντζλήδες λέγονταν οι λυράρηδες, που, αυτοσχεδίαζαν στις παρέες, τα μουχαμπέτια.

Άλλοι μουσικοί ήταν οι τουλουμτζήδες, οι νταουλτζήδες, οι ζουρνατζήδες κ.ά.. Όλα είναι τουρκοανατολίτικης προέλευσης με τουρκοανατολίτικα κι όχι ελληνικά ονόματα.


Τριτοκοσμική
εικόνα
τής Τουρκο- ρωμιοσύνης:
Σαλεπιτζής
στο κέντρο
τής σύγχρονης Αθήνας.



Πυρρίχη, ο χορός τού... γάβρου!
Διάφορα ονόματα μικρασιάτικων χορών: Καρσιλαμάς (από το τούρκικο carsi = αντίκρυ), ζεϊμπέκικος (από τους ζεϊμπέκηδες), τσιφτετέλι (ciftetelli = με διπλή χορδή), χασάπικος (από τους χασάπηδες τής Κωνσταντινούπολης), κοτς, τικ, λετσίνα, σερανίτσα, σαρηκούς, ταμζάρα, αλματσούκ, τιτάρα, ομάλ, λέτση κ.λπ..

Σέρα (sera) λέγεται ο πιο γνωστός παραδοσιακός ποντιακός χορός. Ονομάζεται έτσι, επειδή χορευόταν κυρίως κοντά στον ποταμό Σέρα τής Τραπεζούντας. Είναι οθωμανικός χορός, το τρεμούλιασμα των χορευτών τού οποίου μιμείται το hapsin, ένα είδος γάβρου, που αφθονεί στη Μαύρη Θάλασσα. Οι ρωμιοί πόντιοι τον βάφτισαν πολεμικό και τον ονόμασαν «πυρρίχιο» (!) φαντασιωνόμενοι ευγενείς καταγωγές από την αρχαία Ελλάδα τόσο τού χορού όσο και των ίδιων...

Τον χόρευαν πίνοντας ρακή (τουρκ. raki), που έπρεπε να είναι γνήσια και δυνατή, γι΄αυτό πολλοί άνδρες ήταν στομαχικοί.

Βρείτε τους... απόγονους.


Η πυρρίχη ήταν πολεμικός χορός, που χορεύονταν σε διάφορες θρησκευτικές γιορτές των αρχαίων ελλήνων, όπως στη Σπάρτη κατά τη γιορτή των Διόσκουρων και την Αθήνα κατά τη γιορτή των Μεγάλων και Μικρών Παναθηναίων και δεν έχει καμμία σχέση με τον τουρκοανατολίτικο χορό Σέρα.



Η εθνικίζουσα Τουρκορωμιοσύνη μέσα στις αρχαιοελληνικές της φαντα- σιώσεις, έχει βαφτίσει τον ζεϊμπέκικο, το χορό αυτό, με τον οποίο οι ζεϊμπέκηδες πολεμιστές μιμούνταν τις κινήσεις των γερακιών,
ως δήθεν ελληνικό χορό και μάλιστα χορό τού Διός!
(βλ.
Zeybekvision 2011).


Παραλλαγή τού Σέρα στην Κρήτη είναι ο πεντοζάλης. Πολλές φορές οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, όταν ένα μέρος ερήμωνε είτε λόγω λοιμών είτε λόγω πολέμων ή γενοκτονιών, όπως η Κρήτη, το εποικούσαν με άλλους χριστιανικούς λαούς. Γι΄αυτό οι κρητικοί χοροί, αλλά και τα όργανα και οι φορεσιές μοιάζουν πολύ με των ποντίων. Τόσο η Κρήτη όσο κι άλλα νησιά τού Αιγαίου, έχουν εποικισθεί από μικρασιάτες κατά τους βυζαντινούς κυρίως χρόνους. Κριτήριο τής βυζαντινής εξουσίας ήταν οι έποικοι να είναι χριστιανοί.






Κεμεντζεντζλήδες (λυράρηδες)
από την προπολεμική κεντρική Κρήτη.

Οι παραδοσιακές φορεσιές των κρητικών,
καθώς κι άλλων νησιωτών τού Αιγαίου,
τα όργανά τους, οι χοροί τους κ.λπ.
έχουν τουρκοανατολίτικη προέλευση
κι έφτασαν εκεί μέσω εποικισμών
από τη Μικρά Ασία
ή/και απ' ευθείας από την Ανατολή.

Μπιρ Αλλάχ,
ντέρτια και νταλκάδες

Οι μουσικές, που έφεραν οι μικρασιάτες -κι ακόμα και σήμερα είναι εξαιρετικά δημοφιλείς στην Τουρκορωμιοσύνη- παρουσιάζονται σα δήθεν παραδοσιακές ελληνικές, δεν έχουν όμως καμμία σχέση με τις αρχαίες ελληνικές. Πολλά τραγούδια τού Καζαντζίδη, όπως και άλλων ρωμιών λαϊκών βάρδων, είναι πιστές αντιγραφές δημοφιλών ινδικών και τούρκικων τραγουδιών τής εποχής τους εκτελεσμένα με παραδοσιακά ανατολίτικα όργανα (μπουζούκια, μπαγλαμάδες κ.λπ.). Aγαπήθηκαν από τούς ρωμιούς τού ελλαδικού χώρου κι έγιναν μεγάλες επιτυχίες.


Σαν βγαίνει ο Χότζας στο τζαμί,
αργά σαν σουρουπώνει,
κι όταν ακούω Μπιρ Αλλάχ,
το στήθος μου ματώνει...

Η Τουρκορωμιοσύνη
ποτέ δεν πεθαίνει!

Οι δρόμοι των τραγουδιών αυτών (κλίμακες) δεν έχουν καμμία σχέση με την αρχαία ελληνική μουσική, αλλά με μουσικές τής Ανατολής, όπως εξ άλλου μαρτυρούν και τα ονόματά τους: Χιτζάζ (Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι), Ουσάκ (Το βαπόρι απ΄την Περσία), Σαμπάχ (Τα παιδιά τής γειτονιάς σου), Νιαβέντ (Έμαθα, πως είσαι μάγκας) κ.λπ..


Σινανάι γιάβρουμ: Πόσο ωραία τραγουδούν οι τούρκοι τα... ελληνικά!

Στο τραγούδι τού παραπάνω βίντεο, ο Καζαντζίδης ούτε καν μπήκε στον κόπο να τού αλλάξει στίχους: «Σινανάι γιαβρούμ» τραγούδησε. Δείτε αριστερά το τραγούδι στην αυθεντική τούρκικη εκτέλεσή του από μια παληά ταινία, το Τοπ Καπί και δεξιά μια μοντέρνα εκτέλεση τού τραγουδιού από την τραγουδίστρια Θεοδοσία Ζορμπά (ζορμπάς στα τούρκικα = βίαιος, τυραννικός, κατακτητής), η οποία τραγουδάει ένα ολόκληρο κουπλέ στα τούρκικα, ενώ το τουρκο- ρωμέικο κοινό διασκεδάζει και χορεύει.
Τα ταξίμια (taksim), τα ντέρτια (dert), τα χασάπικα (kasap), οι σεβντάδες (sevda), οι νταλκάδες (dalga) κ.λπ. κ.λπ. στην Ανατολή εχουν τις ρίζες τους κι όχι στην αρχαία Ελλάδα.

Γυφτοπούλα στο χαμάμ
κι εγώ πλερώνω ντιρ ταμάμ
όσα όσα τα πλερώνω
να σε γλέπω ντιρ ταμάμ.

Για να μπείς να κάνεις μπάνιο
να μην πέσω κι αποθάνω
τσίμπι ρίμπι για Αλλάχ...
Μες τής πόλης τα στενά μια χανούμισσα γλυκιά
μου΄χει κάψει την καρδιά.
Αχ Καραπιπερίμ, πιπερίμ, πιπερίμ,
έσμερ σεκερίμ, σεκερίμ, σεκερίμ,
άσε πια τα πλούτη και τον Ιμπραήμ...

Σύγχρονη ρεγκίζουσα διασκευή τού Καραπιπερίμ
από ένα μοντέρνο συγκρότημα
τής Τουρκορωμιοσύνης, τούς Locomondo.

Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»:
Η παλιγγενεσία τής... Τουρκίας
Αμάν κουζούμ, αμάν γιαβρούμ...
Γιαλαντζί αμανέ Γιουνανιστάν...
Η ινδική και τούρκικη ...ελληνική μουσική
Ράμπι - ράμπι:
Ο μικρασιάτης,
παληός ρεμπέτης,
Γιάννης Παπαϊωάννου,
θυμάται
τις τούρκικες ρίζες του
κι η σύγχρονη
Τουρκορωμιοσύνη
μερακλώνει.


Ιμάμ Μπαϊλντί: Μοντέρνο τουρκορωμέικο συγκρότημα.


Χαγιάτια και οντάδες
Εσωτερικά και εξωτερικά τα αστικά σπίτια των μικρασιατών ήταν «οθωμανικής» τυπολογίας χωρίς εξώστες, με χαγιάτι (hayat) ή τσαρτάχ, κελλάρι στο ισόγειο και τα υπνοδωμάτια στον επάνω όροφο. Στα πιο πλούσια σπίτια υπήρχαν χαμηλά ντιβάνια (divan) από σανίδες και χωνευτά ντουλάπια (dolap) και μπαούλα για αποθήκευση.

Οντάς
(odas) ήταν ο χώρος, που φιλοξενούσαν τους ξένους. Στα φτωχικά σπίτια ο ξένος έμενε σε μια γωνιά τού στάβλου, που λεγόταν σακού ή αχούρ σακισί (ένας κτιστός καναπές, λίγο ψηλότερος από το δάπεδο).


Για τους μερακλήδες
καφενείο στη Θράκη,
που -όπως διαφημίζεται-
κουβαλάει την ανατολίτικη
καραγατσιανή παράδοσή του.


Σουλτάνες

Ακόμα και στις ημέρες μας, απόγονοι μικρασιατών στη βόρεια κυρίως Ελλάδα, βαφτίζουν τα κορίτσια τους με το τουρκοπρεπές... Σουλτάνα.







Μια γνωστή ρωμιά Σουλτάνα.
Η Σουλτάνα Τσανακλίδου.


Η τουρκική γλώσσα
τροφός τής ρωμέικης

Η σημερινή ομιλούμενη γλώσσα στον ελλαδικό χώρο είναι γεμάτη τούρκικες λέξεις, εκφράσεις, ονόματα, τοπωνύμια κ.λπ.. Κι όμως, ελληναράδικες παρεπιστημονικές «ετυμολογήσεις», οι οποίες εμφανίζονται σε κάθε εποχή σαν αυταπόδεικτες αλήθειες, ορισμένες φορές σε ακραίες περιπτώσεις κι ερήμην των γλωσσολογικών ερευνών και κυρίως των γλωσσικών νόμων, υποστηρίζουν ακόμα και το αντίθετο.



Διαβάστε πώς ο Εμμ. Ροΐδης
χλευάζει τούς ελληναράδες
θηρευτές ετυμολογιών
τής εποχής του
στο άρθρο:

Γιόγκα-γιαούρτι-ζευγνύω.

Περισσότερα για τη γλώσσα των μικρασιατών κι ειδικότερα των ποντίων διαβάστε στο άρθρο τής «Ελεύθερης Έρευνας»: Για την Τουρκορωμιοσύνη ρε γαμώτο!
emané
hava

Η εθνική εορτή «Νίκης τού Αρχιστρατήγου» τής 30ής Αυγούστου αφορά στα γεγονότα τής μικρασιατικής καταστροφής. Είναι η επέτειος τής νίκης τού Κεμάλ Ατατούρκ, που την γιορτάζει και το Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Ο διαχρονικά ανθελληνικός ρόλος τού Πατριαρχείου).


talika



havuz

refene



çuha



Το άρθρο λόγω έκτασης έχει αναρτηθεί σε δύο μέρη.

Τέλος Α΄μέρους

Μεταβείτε στο Β΄μέρος τού άρθρου κάνοντας κλικ εδώ.