AMAN KOYZOYM,
AMAN ΓΙΑΒΡΟΥΜ...
Mαθήματα Τουρκικής άνευ διδασκάλου
σε νύκτες μαγικές κι ονειρεμένες...
Απ΄ τα βάθη τής Ασίας, στον Αlpha.
Τι ήταν κι αυτό προχθές το βράδυ βρε παναγίτσα μου σ΄ αυτή την τηλεοπτική εκπομπή τού Alpha, «Chart show - Υour countdown». Τι Chart show ρε καρντάση, Turk show λέγε καλύτερα, τσαχπίνα μου.
Θέμα τής εκπομπής: Τα «ελληνικά» τσιφτετέλια. Έτσι, παρέλασαν όλα τα τούρκικα, αιγυπτιακά, ινδικά και άλλων ασιατικών χωρών τραγούδια μπροστά από τα μάτια μας. Τώρα το πόσο ελληνικά ήτανε, αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Ήταν ελληνικά, όπως ο Νίνη(ς), ο Ηλιάδης, ο Τσουγκασβίλι και τα υπόλοιπα «ελληνό- πουλα» τής άρσης βαρών, αλλά και οι παλαιότεροι απόγονοι τού Περικλή και τού Αχιλλέα, η Μπουμπουλίνα, ο Μπότσαρης, οι Σουλιώτες και τόσες χιλιάδες άλλοι πατριώτες εξ αίματος και παιδείας... (Σ.σ.: Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Από τον Σπάτα και τον Τατόη, στο Χαλάνδρι και τη Λούτσα...). Τι κι αν δε μίλαγαν γρί τα ελληνικά όλοι τους αυτοί, τι κι αν ήταν ξένοι, τι κι αν δεν είχαν ιδέα για την αρχαία Ελλάδα, εμείς τούς βαφτίσαμε έλληνες με Ε-ψιλον κεφαλαίο, όπως τα κρέατα από τη Βουλγαρία και τα Σκόπια. Τι τον έχουμε τον Λιακόπουλο και τον Άδωνι να κοπανιούνται στα κανάλια δηλαδή. Α ρε γκιαούρη τζαναμπέτη…
«Οι μπαγλαμάδες ν΄ αρχίσουν τσιφτετέλια...»
- Θα μπορούσε να υπάρχει διασκέδαση στην Ελλάδα αν δεν υπήρχε το τσιφτετέλι;
- Νομίζω, όχι!
- Εσύ τι αγαπάς πιό πολύ να λές; Ζεϊμπέκικα, χασάπικα;...
Τι γλέντια, τι ντέρτια, τι σεβντάδες, τι μπαγλαμάδες, τι ζουράδες, τι τέλια, τι πενιές ήταν αυτές, άι μάνα μου… Πραγματικά, τέτοια εκπομπή έσπασε τα μηχανάκια τής AGB. Έτσι, παραγγείλαμε κι εμείς τα ανάλογα εδέσματα: Σουβλάκ ντονέρ, κεμπάπ, τζατζίκ, κιοφτέ, ιμάμ μπαϊλντί, ντολμά γιαλατζί και παστουρμά, για να ντερλικώσουμε. Για γλυκό παραγγείλαμε δύο κανταίφ σορόπ, με μπακλαβά ραβανί κι ένα μπουκάλι ρακί. Όλα ελληνικά, έτσι, μη μπερδεύεστε… Κι αφού μερακλώσαμε για τα καλά, ανεβήκαμε κι εμείς στα τραπέζια μας και τα σπάσαμε κανονικά. Πιάτα, ποτήρια, φλιτζάνια, όλα κάτω. «Αμάν, γιαβρούμ, αμάν, κουζούμ… τσιφτετέλι τούρκικο σινανάια γιαβρούμ σινανάια…». Κάηκε ο ντουνιάς «έξω ντέρτια και καημοί»... (Σ.σ.: Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Μάς πνίγουν τα λίπη τής Ρωμιοσύνης! και Χαλβάς, ταραμάς, γιαλαντζί ντολμάς κ.λπ. κ.λπ.).
«Αμάν κουζούμ, αμάν γιαβρούμ...»
- Λες αυτό το τραγούδι και βλέπεις τον κόσμο, ωπ, πετιέται στα τραπέζια, στην πίστα και χορεύει...
Αναβίωσε ο τούρκος μέσα μας ξανά και ξανά. Βλέπετε, ο ανατολίτης είναι πολύ βαθιά ποτισμένος μέσα στο αίμα τού ρωμιού και δεν βγαίνει ούτε με εγχείρηση. Τι την θέλαμε την επανάσταση, καλά δεν ήμασταν τετρακόσια χρόνια γάμου, παντρεμένοι με τούς οθωμανούς; Μέσα στούς τεκέδες και στα χαμάμ, «μ΄ αργιλέδες και χασίσια, μ΄ αγκαλιές και με φιλιά», που λέει και το τουρκο- λαϊκοτράγουδο τής Ρωμιοσύνης. «Το βαπόρι απ΄ την Περσία…» θα κουβαλούσε καθημερινά τόνους χασίς και μάλιστα νόμιμα, θα καθόμασταν όλοι μέσα στούς τεκέδες μας με τις μουστάκες μας και τα φέσια μας και θα χασικλώναμε με τούς ναργιλέδες μας κάτω από τούς μιναρέδες τού Χότζα να μάς σκιάζουν.
«Σαν βγει ο Χότζας στο τζαμί, βραδύς πριν σουρουπώσει… κι όταν ακούω Μπιραλλάχ, Μπιραλλάχ…». Τα χουμε τραγουδήσει όλα αυτά εμείς, αμ τι νομίσατε. (Σ.σ.: Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Γιαλαντζί αμανέ Γιουνα- νιστάν). Με τα παπαδαριά μας να μάς κυβερνάνε κανονικά και να φορο- εισπράττουν για τούς αφεντάδες, τούς τούρκους. Να επανέλθουν οι φαναριώτες βρε αδελφέ, οι κοτζαμπάσηδες κι οι τσιφλικάδες, οι προεστοί και οι αρματωλοί. Κι ούτε φτώχεια, ούτε κρίση, παρά φουστανέλα και μπαχτσίσι. Αχ, αυτοί οι ψευτο- προοδευτικοί οι ευρωπαίοι μάς φάγανε, αγά μου…
Τελικά, δεν είναι κακό να είσαι ασιάτης, ούτε τούρκος, ούτε να δανείζεσαι τραγούδια από άλλους, να τα μελοποιείς και να τα τραγουδάς, λεβεντονιέ μου. (Λεβέντες στα τούρκικα λέγονταν όσοι υπηρετούσαν στα επίλεκτα σώματα τού οθωμανικού πολεμικού ναυτικού. Έτσι ονομάζονται και σήμερα. Οι τουρκορωμιοί κάτοικοι τού ελλαδικού χώρου υπερηφανεύονται για την... ελληνική λεβεντιά τους...) Άλλωστε, η μουσική όποια κι αν είναι απ΄ όπου κι αν προέρχεται, ενώνει τους λαούς. Κακό είναι όμως, να κλέβεις αυτά τα τραγούδια και να λες, ότι είναι δικά σου, όπως έκαναν όλοι οι ρωμιοί συνθέτες τής εποχής. Κακό είναι να βαφτίζεις τη μουσική σου, ότι είναι ελληνική, ενώ είναι ασιατική. Κακό είναι να βαυκαλίζεσαι, ότι είσαι έλληνας και να κατάγεσαι από βαλκάνιους, ραγιά μου. Κακό είναι να τραγουδάς ασιατικά τραγούδια και να τα βαφτίζεις ελληνικά, δερβίση μου. Κακό είναι να προσκυνάς εβραίους μέσα σε εκκλησίες και να λες, ότι είσαι έλληνας, Ησαΐα μου…
Πολλά τραγούδια τού Καζαντζίδη, όπως και άλλων ρωμιών λαϊκών βάρδων, είναι πιστές αντιγραφές δημοφιλών ινδικών και τούρκικων τραγουδιών τής εποχής τους εκτελεσμένα με παραδοσιακά ανατολίτικα όργανα (μπουζούκια, μπαγλαμάδες κ.λπ.). (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Η Ινδική και Τούρκικη ...Ελληνική μουσική). Aγαπήθηκαν από τούς ρωμιούς τού ελλαδικού χώρου (οι περισσότεροι έχουν τις ρίζες τους κι έχουν γαλουχήθεί στο πνεύμα και στα ήθη τής Ανατολής) κι έγιναν μεγάλες επιτυχίες.
Οι δρόμοι των τραγουδιών αυτών (κλίμακες) δεν έχουν καμμία σχέση με την αρχαία ελληνική μουσική, αλλά με μουσικές τής Ανατολής, όπως εξ άλλου μαρτυρούν και τα ονόματά τους: Χιτζάζ (Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι), Ουσάκ (Το βαπόρι απ΄ την Περσία), Σαμπάχ (Τα παιδιά τής γειτονιάς σου), Νιαβέντ (Έμαθα, πως είσαι μάγκας) κ.λπ.
Στο τραγούδι τού παραπάνω βίντεο, ο Καζαντζίδης ούτε καν μπήκε στον κόπο να τού αλλάξει στίχους: «Σινανάι γιαβρούμ» τραγούδησε. Δείτε στη μοντέρνα εκτέλεση τού τραγουδιού την τραγουδίστρια Θεοδοσία Ζορμπά (ζορμπάς στα τούρκικα = βίαιος, τυραννικός, κατακτητής), να τραγουδάει ένα ολόκληρο κουπλέ στα τούρκικα και το τουρκορωμαίικο κοινό να μερακλώνει και να χορεύει.
Για να γυρίσουμε λίγο στην τσι- φτετελοεκπομπή. Η γνωστή τηλεπαρου- σιάστρια τής (β)ρωμιοσύνης έκαψε πάλι καρδιές με τούς αστραφτερούς σταυρούς στ΄ αυτιά της και το πλούσιο ανοιχτό ντεκολτέ της, ώστε να μας προβάλλει τα χειρουργημένα στήθη της, τύφλα να χει η Άννα Γούλα βρε πασά μου…
Αλλά κι οι τηλεμαϊντανοί καλεσμένοι της, ένας κι ένας. Οι κριτές, το κοινό (ο ντουνιάς καλύτερα), όλοι γλεντούσαν με την ψυχή τους, όλοι σιγοτραγουδούσαν ή ξεφώνιζαν τα τουρκοτράγουδα τής (β)ρωμιοσύνης: «Αραπίνες μαύρες ερωτιάρες… θα σού τραγουδήσω πάλι στον ασίκικο χαβά, αμάν αμάν…».
Το «Σινανάι γιαβρούμ» στην αυθεντική τούρκικη εκτέλεσή του από μια παληά ταινία, το Τοπ Καπί. (Παρατηρήστε επίσης την παράσταση τού θεάτρου σκιών. Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Ο Καραγκιόζης τής Ρωμιοσύνης κι η Ρωμιοσύνη - καραγκιόζης.)
Τρίζανε τα κόκκαλα των αρχαίων Ελλήνων, κόντεψαν ν΄ αναστηθούν οι τριακόσιοι τού Λεωνίδα και να τρέχουν γύρω απ΄ τη Βουλή γυμνοί, η Σαπφώ και ο Αλκαίος σίγησαν, για ν΄ ακούσουν απ΄ τούς τάφους τους τούς αμανέδες και τούς καρσιλαμάδες τής Τουρκορωμιοσύνης. Πού σε Κτησίβιε με την ύδραυλή σου κι εσύ Ορφέα με τη λύρα σου, να μερακλώσετε, να νταγλάρετε και ν΄ αλλάξετε επάγγελμα. «Τσιφτετέλι Τούρκικο σινανάια γιαβρούμ σινανάια…».
Κι όταν το γλέντι χτύπησε κόκκινο, έσκασε το νούμερο 1: «Άναψε το τσιγάρο δώς μου φωτιά, έχω μεγάλο ντέρτι μες την καρδιά…». Πω πω ντέρτια, ε ρε γλέντια. Ακόμα κι ο Καραγκιόζης μεράκλωσε και χτυπιόταν έξω απ΄ το σαράι με την Αγλαΐα και τα κολλητήρια να ζητιανεύουν στο ασκέρι τού σουλτάνου. Τουρκορωμιοσύνη αγαπημένη μου…
Αλλά κι αυτή η ελπίδα τού ρωμαίικου τραγουδιού, η Φωτεινή Δάρα; Προσκύνησε την τουρκιά: «Νύχτες μαγικές κι ονειρεμένες, αγάπες λάγνες ξεχασμένες στην ξενιτιά…». Τελικά, τίποτα δεν έμεινε όρθιο μάγκα μου, αλισβερίσι τουρκορωμαίικο, ρεμπέτ ασκέρι μεμέτη ραγιά μου. Μπαχτέ τσιφλίκ, τσαμπουκά γκιαούρ, τσαγκάρ μπαρούτ, κιοσκ μπουντρούμ, εκ μεκ σαραγλί…
Αμάν αμάν πια, εσείς οι κακοί άνθρωποι στην «Ελεύθερη Έρευνα», όλο κακή κριτική κάνετε για τις τουρκοσπορίτικες ρίζες μας. Έλεος βρε παιδιά, κακό είναι δηλαδή; Διατί να το κρύψωμεν, άλλωστε; Τούρκοι είμαστε κι εμείς χωρίς μου- στάκια…
Ωχ αμάν, αμάν…
Κωνσταντίνος Παραβάτης
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου